Lekas logo

ΚΥΠ – Διάγνωση

Καλοήθης Υπερπλασία Προστάτη – Διάγνωση

Ιστορικό

Ιδιαίτερη σημασία θα πρέπει να δίνεται στην έναρξη, στη χρονική διάρκεια αλλά και σε πιθανή επιδείνωση των LUTS, στην παρουσία ή μη αιματουρίας ή δυσουρίας, σε πιθανές οξείες ή χρόνιες λοιμώξεις του ουροποιητικού, στην παρουσία συνοδών νόσων [π.χ σακχαρώδη διαβήτη, καρδιακή ανεπάρκεια, παθήσεις νευρικού συστήματος (εγκεφαλικό επεισόδιο, νόσος Parkinson)], σε παλαιότερες χειρουργικές επεμβάσεις στο ουροποιητικό σύστημα ή στην πύελο γενικότερα, σε σεξουαλικώς μεταδιδόμενα νοσήματα κατά την εφηβεία (αιτία στενωμάτων ουρήθρας) καθώς επίσης και στη χρήση φαρμάκων τα οποία μπορεί να επηρεάσουν το κατώτερο ουροποιητικό (διουρητικά, αντιχολινεργικά, συμπαθητικομιμητικά, αντικαταθλιπτικά).

Καλοήθης Υπερπλασία Προστάτη - Διάγνωση

Κλινική εξέταση

Η δακτυλική εξέταση του προστάτη (ΔΕΠ) πρέπει να γίνεται σε κάθε άνδρα με LUTS γιατί μας δίνει χρήσιμες πληροφορίες για το μέγεθος του αδένα, πράγμα απολύτως απαραίτητο για τη λήψη θεραπευτικής απόφασης, αλλά και γιατί μπορεί σε μερικές περιπτώσεις να ανακαλύψουμε πιθανό καρκίνο του προστάτη.

Ερωτηματολόγια

Είναι σήμερα αποδεκτό ότι η συμπτωματολογία από το κατώτερο ουροποιητικό (LUTS) όχι μόνο οδηγεί τον ασθενή στον ιατρό αλλά ταυτόχρονα αποτελεί και το θεμέλιο λίθο για τη διάγνωση του υποκυστικού κωλύματος.

Τα τελευταία χρόνια έγινε προσπάθεια από την ουρολογική κοινότητα «ομαδοποίησης» και «κατηγοριοποίησης» των LUTS με τη χρήση ερωτηματολογίων. Τα τελευταία χρησιμοποιούνται με σκοπό, όχι μόνο την όσο το δυνατό ακριβή διάγνωση της ΚΥΠ, αλλά και ως πολύτιμα εργαλεία για την παρακολούθηση της εξέλιξης της νόσου καθώς και της αποτελεσματικότητας της εφαρμοσθείσας θεραπευτικής αγωγής.

Με γνώμονα τα ανωτέρω, η Αμερικανική Ουρολογική Εταιρεία (AUA) δημοσίευσε το 1992 ένα ερωτηματολόγιο, τη Διεθνή Βαθμολόγηση των Συμπτωμάτων του Προστάτη ( IPSS), το οποίο και αποτελεί σήμερα «international standard».

Μέτρηση του προστατικού αντιγόνου (PSA)

Το PSA είναι μια γλυκοπρωτεΐνη με μοριακό βάρος (Μ.Β.) 34.000 Daltons, η οποία παράγεται από τα κυλινδρικά επιθηλιακά κύτταρα των προστατικών πόρων και κυψελίδων. Αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι στη διάγνωση της ΚΥΠ αφού η τιμή του μας οδηγεί, σε μεγάλο ποσοστό, στον αποκλεισμό ή μη άλλης παθήσεως του προστάτη.

Δύο επιπλέον παράγοντες που πρέπει να λαμβάνονται υπόψη στην εκτίμηση του προστατικού αντιγόνου είναι η ηλικία και η φυλή.

Απεικονιστικός έλεγχος

Εξέταση εκλογής θεωρείται το υπερηχογράφημα νεφρών-κύστεως-προστάτη προ και μετά ούρηση, το οποίο είναι ανώδυνη, φθηνή και με επαρκή πληροφόρηση εξέταση, η οποία ειδικά πριν από χειρουργική επέμβαση μας δίνει χρήσιμες πληροφορίες για τον τύπο της επέμβασης που θα επιλέξουμε, λαμβάνοντας υπόψη στοιχεία όπως το μέγεθος του προστάτη, την παρουσία ή μη ενδοκυστικής προβολής αυτού, το πάχος του κυστικού τοιχώματος, την παρουσία ή μη δοκίδωσης της ουροδόχου κύστεως όπως και λίθων ή εκκολπωμάτων αυτής.

Η αξονική (CT) και η μαγνητική τομογραφία (MRI) δεν έχουν θέση στον έλεγχο ασθενών με LUTS αφού το κόστος και η ακτινοβολία (όσον αφορά την CT) αποτελούν τροχοπέδη για τη χρήση τους.

Ημερολόγιο ούρησης

Το ημερολόγιο ούρησης είναι ένας απλός και αντικειμενικός τρόπος καταγραφής των ουρήσεων και μπορεί να μας δώσει χρήσιμες πληροφορίες όταν χρησιμοποιηθεί για τη διάγνωση ασθενών με διαταραχές της ούρησης αλλά και για την παρακολούθηση αυτών μετά από τη θεραπεία.

Στο ερώτημα για το ποιο είναι το ιδανικό χρονικό διάστημα καταγραφής των ουρήσεων, έχει αποδειχθεί ότι η 24ωρη καταγραφή είναι αρκετή και μας δίνει τις απαραίτητες πληροφορίες. Σύμφωνα με τα παραπάνω, το ημερολόγιο ούρησης αποτελεί ένα πολύτιμο εργαλείο για την εκτίμηση αλλά και για την παρακολούθηση ασθενών με συμπτωματολογία από το κατώτερο ουροποιητικό.

Υπόλειμμα ούρων

Ως υπόλειμμα ούρων καλείται η ποσότητα ούρων που παραμένει εντός της ουροδόχου κύστεως αμέσως μετά την ούρηση.

Αν διαπιστωθεί σημαντικό υπόλειμμα ούρων (>300 ml), θα πρέπει να θεωρήσουμε ότι μπορεί να συνυπάρχει κάποιου βαθμού δυσλειτουργία του κυστικού μυός, η οποία μπορεί και να ευθύνεται για τη μη ανταπόκριση του ασθενούς στη θεραπεία.

Ουροροομετρία

Η ουροροομετρία είναι η μέθοδος με την οποία μετράται κατά την κένωση της κύστης, η σχέση μεταξύ πίεσης εντός της κύστης και ταχύτητας ροής των ούρων και εκφράζεται σε κυβικά χιλιοστά ανά δευτερόλεπτο (ml/sec).

Η ουροροομετρία είναι μία βασική μη- επεμβατική ουροδυναμική εξέταση για τη διερεύνηση ασθενών με συμπτωματολογία από το κατώτερο ουροποιητικό, η οποία θεωρείται υποχρεωτική πριν από τη διενέργεια χειρουργικής επέμβασης για ΚΥΠ. Με την εξέταση αυτή ουσιαστικά αντικατοπτρίζεται η αλληλεπίδραση μεταξύ εξωθητικής ικανότητας του κυστικού μυός ( όσον αφορά τα ούρα) και της αντίστασης που προβάλλεται σε αυτά από την ουρήθρα.

Αυτό έχει ως αποτέλεσμα η μέθοδος να καταγράφει στο σύνολό της τη διαταραχή της ούρησης χωρίς να μπορεί να αποσαφηνίσει αν πρόκειται για βλάβη του εξωστήρα ή για υποκυστικό κώλυμα.

Ουροδυναμικός έλεγχος

Η ουροδυναμική εξέταση, σύμφωνα με τις κατευθυντήριες οδηγίες της Αμερικανικής Ουρολογικής Εταιρείας (AUA) αλλά και βάση των συμπερασμάτων που εξήχθησαν από το 5ο διεθνές συνέδριο για την υπερπλασία του προστάτη, θεωρείται προαιρετική εξέταση για τη διάγνωση ασθενών με ΚΥΠ.

Με τον ουροδυναμικό έλεγχο λαμβάνουμε πληροφορίες για την ενδοκυστική και ενδοκοιλιακή πίεση, την πίεση του κυστικού μυός, τη χωρητικότητα και την αισθητικότητα της κύστεως, την εμφάνιση πιθανών ακουσίων συστολών του εξωστήρα αλλά και για την πίεση του εξωστήρα κατά τη φάση της μέγιστης ταχύτητας ροής.

Ενδοσκοπικός έλεγχος

Η ουρηθροκυστεοσκόπηση είναι η ενδοσκοπική μέθοδος εκλογής για τη διερεύνηση του κατωτέρου ουροποιητικού. Εδώ και αρκετά έτη, είναι γνωστό ότι ο βαθμός της απόφραξης δεν είναι πάντα ανάλογος του μεγέθους του προστάτη αδένα. Έτσι μικροί σε μέγεθος αδένες είναι δυνατό να προκαλούν έντονη συμπτωματολογία ενώ αντίθετα πολλοί μεγαλύτεροι να μην προκαλούν καμία ενόχληση.

Κατά τη διάρκεια της κυστεοσκόπησης υπάρχουν αρκετά σημεία τα οποία μπορεί να υποδηλώνουν απόφραξη όπως η υπερπλασία του προστάτη (πλαγίων ή/και μέσου λοβού), η δοκίδωση της κύστεως, η παρουσία λίθων εντός αυτής και η επίσχεση ούρων. Η δοκίδωση της κύστης είναι ένα φαινόμενο που παρατηρείται σε άνδρες μεγαλύτερης ηλικίας και σχετίζεται με την παρουσία συμπτωματολογίας από το κατώτερο ουροποιητικό.

H κυστεοσκόπηση πρέπει να γίνεται επιλεκτικά σε ασθενείς με πιθανή συνοδό πάθηση από το κατώτερο ουροποιητικό ή ως αναπόσπαστο τμήμα της διουρηθρικής χειρουργικής τεχνικής.

Διαγνωστική διερεύνηση σε ασθενείς με ΚΥΠ

Συμπερασματικά, σύμφωνα με τις κατευθυντήριες οδηγίες της Ευρωπαϊκής Ουρολογικής Εταιρείας (EAU), η διαγνωστική διερεύνηση σε ασθενείς με ΚΥΠ θα πρέπει να περιλαμβάνει:

  1.  Χρήση του IPSS.
  2. Μέτρηση κρεατινίνης ορού και ανάλυση ούρων.
  3.  Δακτυλική εξέταση του προστάτη.
  4. Απεικόνιση του ανώτερου ουροποιητικού στις ακόλουθες περιπτώσεις:
    1. Ιστορικό ή παρούσα λοίμωξη ουροποιητικού
    2. Ιστορικό λιθίασης
    3. Ιστορικό χειρουργικής επέμβασης
    4. Ιστορικό καρκίνου από μεταβατικό επιθήλιο
    5. Αιματουρία
    6. Επίσχεση ούρων
  5. Υπερηχοτομογράφημα κύστεως, αν και δε συνιστάται, μπορεί να γίνει για τη διάγνωση
  6. εκκολπώματος κύστεως και λίθων αυτής.
  7. Μέτρηση του προστάτη πριν από χειρουργική θεραπεία και πριν από αγωγή με
  8. φιναστερίδη.
  9.  Ενδοσκόπηση μόνο κατά τη διάρκεια χειρουργικής επέμβασης.
  10. Ουροδυναμικό έλεγχο στις ακόλουθες περιπτώσεις:
    1.  σε νεαρούς άνδρες (π.χ. <50 ετών)
    2.  σε ηλικιωμένους (>80 ετών)
    3.  σε υπόλλειμα ούρων >300 ml
    4.  σε Qmax >15ml/sec
    5.  σε υποψία νευρολογικής παθήσεως της ουροδόχου κύστης
    6. μετά από χειρουργική επέμβαση στην πύελο και
    7.  όταν έχει προηγηθεί χειρουργική μέθοδος η οποία και απέτυχε.